•    Εθνικής Αντιστάσεως 10, 15351, Παλλήνη
  •    210 66 64 324
  •    6947 564 319
  •    info@minu.gr

Καρκίνος όρχεως

Γενικά

Ο καρκίνος του όρχεως αποτελεί το 1% των ανδρικών καρκίνων και το 5% των ουρολογικών καρκίνων. Παρουσιάζει ιδιαίτερη αύξηση της συχνότητας στην 3η και την 4η δεκαετία της ζωής σε αντίθεση με τους περισσότερους άλλους καρκίνους του ουροποιητικού που εμφανίζονται σε μεγαλύτερες ηλικίες. Παρότι όχι απόλυτα καθορισμένοι, οι αιτιολογικοί παράγοντες της νόσου, περιλαμβάνουν την κρυψορχία, σύνδρομα γοναδικής δυσγενεσίας, κληρονομικό ιστορικό, παρουσία καρκίνου στον άλλο όρχι καθώς και η παρουσία υψηλής ενδοεπιθηλιακής νεοπλασίας (ιστολογική διάγνωση σε βιοψία ή παρασκεύασμα όρχι).

Ο καρκίνος του όρχι περιλαμβάνει αρκετές υποκατηγορίες ανάλογα με τα κύτταρα του όρχεως από τα οποία προέρχεται. Δύο μεγάλες κατηγορίες είναι οι όγκοι από γεννητικά κύτταρα και οι όγκοι από κύτταρα της γεννητικής χορδής. Ο πιο συχνός όγκος που ανήκει στην πρώτη κατηγορία είναι το σεμίνωμα. Η διάγνωση της νόσου πραγματοποιείται με την κλινική εξέταση όπου ψηλαφάται μια σκληρή μάζα συνήθως ανώδυνη ενώ επιβεβαιώνεται με την βοήθεια του υπερηχοτομογραφήματος που αποτελεί και την πιο ευαίσθητη μέθοδο για την αναγνώριση του καρκίνου του όρχεως. Η κατανομή του όγκου του ασθενούς σε στάδια θα πραγματοποιηθεί με την διενέργεια εργαστηριακών εξετάσεων (δείκτες aFP, β HCG, LDH) και απεικονιστικών εξετάσεων (αξονική τομογραφία θώρακος, άνω και κάτω κοιλίας). Οι παραπάνω εξετάσεις μπορούν να κατευθύνουν την σκέψη του ουρολόγου προς συγκεκριμένη κατηγορία όγκων ωστόσο προκειμένου να επιβεβαιωθεί απαιτείται ιστολογική εξέταση του όρχεως αφού αυτός αφαιρεθεί.

Θεραπεία

Η θεραπεία των όγκων του όρχεως εκτός από πολύ σπάνιες περιπτώσεις ξεκινά με την ορχεκτομή, δηλαδή την χειρουργική αφαίρεση του όρχεως. Στην συνέχεια και ανάλογα με την σταδιοποίηση, την ιστολογική εξέταση του καρκίνου και την μετεγχειρητικών εργαστηριακών τιμών (των καρκινικών δεικτών) θα αποφασιστεί η ανάγκη η όχι συμπληρωματικής θεραπείας (ακτινοβολίες ή χημειοθεραπείες). Σε γενικές γραμμές ο καρκίνος του όρχεως ανταποκρίνεται στις θεραπείες και η ίαση επιτυγχάνεται σε μεγάλο ποσοστό των ασθενών ωστόσο η παρακολούθηση πρέπει να είναι στενή ώστε τυχόν υποτροπή να αντιμετωπίζεται άμεσα και δραστικά. Στη φαρέτρα του ουρολόγου υπάρχουν πολλές επιλογές για στην πιθανότητα υποτροπής μετά από την αρχική θεραπεία όπως οπισθοπεριτοναϊκός λεμφαδενικός καθαρισμός, ακτινοβολίες και διαφορετικά σχήματα χημειοθεραπείας. Η επιλογή εξαρτάται από την πορεία του ασθενούς και τον ιστολογικό τύπο του καρκίνου.

Η παρακολούθηση του ασθενούς μετά την αρχική θεραπεία είναι πολύ στενή και μακροχρόνια και πραγματοποιείται με τον συνδυασμό των καρκινικών δεικτών, της αξονικής τομογραφίας (κοιλίας και αν χρειαστεί θώρακος και εγκεφάλου) και της φυσικής εξέτασης. Τα χρονικά διαστήματα εξατομικεύονται ωστόσο για τοα πρώτα 2 χρόνια η παρακολούθηση θα πρέπει να γίνεται τουλάχιστον 4 φορές τον χρόνο και σε περίπτωση που δεν εμφανιστεί υποτροπή αυτά αραιώνουν. Είναι επίσης αναγκαίο να τονιστεί ότι οι διαθέσιμες θεραπείες μπορούν να επιτύχουν ποσοστά ίασης μέχρι και 95% αλλά έχουν σημαντικές παρενέργειες για τις οποίες ο ασθενής πρέπει να είναι ενήμερος

1.Κάθε πότε πρέπει να αυτοεξετάζουμε τους όρχεις?

Η αυτοεξέταση των όρχεων είναι εξαιρετικής σημασίας για την διάγνωση του καρκίνου αυτών. Συστήνεται να γίνεται τουλάχιστον 2 φορές τον χρόνο.

2.Ποιο είναι το πρώτο σημα΄δι του καρκίνου του όρχεως?

Η ανεύρεση σκληρίας ή ανωμαλίας (ανώδυνης ή μη) στον όρχι πρέπει να οδηγήσει σε άμεση επίσκεψη στον ουρολόγο

3.Ποια είναι η θεραπεία του καρκίνου του όρχεως?

Στο μεγαλύτερο ποσοστό των ασθενών η ορχεκτομή (χειρουργική αφαίρεση του όρχεως) αποτελεί το πρώτο βήμα στην θεραπεία του όγκου Μετά την διενέργεια εργαστηριακών και απεικονιστικών εξετάσεων και τον καθορισμό του σταδίου της νόσου θα αποφασιστεί η περαιτέρω ανάγκη επικουρικής θεραπείας

4.Ποια είναι τα ποσοστά επιτυχίας της θεραπείας του καρκίνου αυτού?

Ο καρκίνος του όρχεως είναι από τους πλέον ιάσιμους καρκίνους του άνδρα με ποσοστά πενταετούς επιβίωσης που προσεγγίζουν το 95% και την συνολική επιβίωση να μετράται σε δεκαετίες